×

Έρευνα: Οι επιπτώσεις της COVID-19 σε ασθενείς με καρκίνο μαστού


Τον τελευταίο χρόνο, όλα τα κράτη και τα συστήματα υγείας, στην προσπάθειά τους να αντιμετωπίσουν την πανδημία και να περιθάλψουν τους ασθενείς με COVID-19, εστίασαν την προσοχή τους και κατένειμαν ένα μεγάλο μέρος των πόρων τους προς αυτήν την κατεύθυνση, με στόχο την προστασία της δημόσιας υγείας σε παγκόσμιο επίπεδο.

Ωστόσο, η προτεραιότητα της αντιμετώπισης της COVID-19, είχε άμεσο αντίκτυπο σε άλλες παθήσεις. Συγκεκριμένα για τον καρκίνο, η επιβάρυνση των συστημάτων υγείας και η αδυναμία πρόσβασης των πολιτών σε δομές υγείας, έχει επιφέρει σε παγκόσμιο επίπεδο μείωση των προληπτικών ελέγχων για τον καρκίνο έως και 50%. Σύμφωνα με μελέτες, οι νέες διαγνώσεις καρκίνου παγκοσμίως έχουν μειωθεί περίπου 40%, ενώ υπήρξαν τεράστιες καθυστερήσεις στις θεραπείες και μεγάλη αύξηση στη λίστα αναμονής των ασθενών. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας αναφέρει ότι 1 στις 3 χώρες αναγκάστηκε να διακόψει ή να καθυστερήσει την αντιμετώπιση των ασθενών με καρκίνο το πρώτο διάστημα της πανδημίας.

Λαμβάνοντας υπόψη τα δεδομένα άλλων χωρών σχετικά με την επιβάρυνση των ασθενών με καρκίνο λόγω της COVID-19, o Πανελλήνιος Σύλλογος Γυναικών με Καρκίνο Μαστού «Άλμα Ζωής» διεξήγαγε μια διαδικτυακή έρευνα σε ασθενείς με καρκίνο του μαστού στη χώρα μας, με στόχο να εντοπιστεί κατά πόσο οι ίδιες βίωσαν επιπτώσεις λόγω της πανδημίας.


Αποτελέσματα της έρευνας

Η έρευνα διεξήχθη διαδικτυακά το διάστημα Φεβρουαρίου - Μαρτίου 2021 μέσω ανώνυμων ερωτηματολογίων. Συνολικά, 483 ασθενείς με καρκίνο μαστού απάντησαν στις ερωτήσεις που αφορούσαν στην πιθανή δυσκολία ή καθυστέρηση στην πρόσβαση τους στις δομές υγείας, καθώς και στην επίδραση της COVID-19 στη διάθεσή τους.
Δημογραφικά στοιχεία συμμετεχουσών

Από τα 483 άτομα που πήραν μέρος, η πλειοψηφία (43%) ανήκει στην ανήκει στην ηλικιακή ομάδα 41-50 ετών. Το 33% ήταν μεταξύ 51 και 60 ετών, το 12% ανήκει στην ηλικιακή ομάδα 18-40 ετών και το υπόλοιπο 12% στην ομάδα 61-80 ετών.

Ως προς τον τόπο κατοικίας, το 59% του δείγματος κατοικεί στην Αττική, το 13% στην Κεντρική Μακεδονία και το υπόλοιπο 28% στην υπόλοιπή Ελλάδα.

Σε σχέση με το στάδιο των θεραπειών, το 88% των ερωτώμενων γυναικών δήλωσε ότι έχει τελειώσει τις θεραπείες του ή συνεχίζει με ορμονοθεραπεία και το 12% βρισκόταν σε θεραπεία (χημειοθεραπεία ή ακτινοθεραπεία) ή είχε μεταστατικό καρκίνο μαστού κατά τη διάρκεια της έρευνας.
Εργασία εν μέσω covid-19 και καρκίνος του μαστού

Σύμφωνα με τις απαντήσεις, κατά τη διάρκεια της πανδημίας οι ερωτώμενες που δεν βρίσκονται σε θεραπεία, σε ποσοστό 52% συνέχιζαν να εργάζονται κανονικά ή με τηλεργασία, 11% βρίσκονταν σε άδεια και 5% σε αναστολή. Το 31% δεν εργαζόταν (μη εργαζόμενες / συνταξιούχοι). Αντίστοιχα, οι ερωτώμενες που βρίσκονταν σε θεραπεία, σε ποσοστό 23% συνέχιζαν να εργάζονται κανονικά ή με τηλεργασία, 28% βρίσκονταν σε άδεια και 9% σε αναστολή. Το 36% δεν εργαζόταν (μη εργαζόμενες / συνταξιούχοι).

Γιατροί και σύλλογοι ασθενών οι πηγές ενημέρωσης για την COVID-19

Καθ’ όλη τη διάρκεια της πανδημίας οι ασθενείς με καρκίνο του μαστού, αναζητούσαν πληροφορίες για το αν ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες, για τα μέτρα προστασίας από τον κορωνοϊό και για το τι χρειάζεται να προσέξουν κατά τον εμβολιασμό.

Με βάση τα αποτελέσματα, σχεδόν 9 στις 10 ερωτώμενες αναζήτησαν ενημέρωση για τον SARS – Cov-2 από τον γιατρό τους, ενώ η αμέσως επόμενη πηγή πληροφόρησης που επέλεξαν 4 στις 10 ερωτώμενες ήταν οι σύλλογοι ασθενών με καρκίνο του μαστού. Το γεγονός αυτό είναι ενθαρρυντικό, αν κρίνουμε από τη διασπορά fake news σχετικά με την πανδημία και την ανάγκη για κατεύθυνση του κοινού σε αξιόπιστες πηγές ενημέρωσης.


Δημόσιο Νοσοκομείο για θεραπεία, ιδιώτες για επανέλεγχο

Το 52% των γυναικών που βρίσκεται αυτή την εποχή σε θεραπεία δηλώνει ότι κάνει τη θεραπεία σε Δημόσιο νοσοκομείο και το 38% σε Ιδιωτικό. Για τον επανέλεγχο, όμως, η πλειοψηφία (59%) των γυναικών αυτών επιλέγει τον ιδιωτικό τομέα (Ιδιώτη γιατρό/ Ιδιωτικό νοσοκομείο) και μόλις το 18% το Δημόσιο Νοσοκομείο. Το 21% των συμμετεχουσών δήλωσε ότι δεν κάνει ακόμη επανέλεγχο.

Η πλειοψηφία των γυναικών που δεν βρίσκονται πλέον σε θεραπεία απευθύνονται για επανέλεγχο σε Ιδιώτη γιατρό/Ιδιωτικό νοσοκομείο (62%). Σε Δημόσιο Νοσοκομείο απευθύνεται το 35%. Αυξημένη είναι η προτίμηση στο Δημόσιο νοσοκομείο σε μεγαλύτερες γυναίκες, καθώς η ηλικιακή ομάδα 61-80 ετών δηλώνει επανέλεγχο στο Δημόσιο σε ποσοστό 48%.

Εμπόδια- καθυστερήσεις
Δεν εμποδίστηκε σημαντικά η πρόσβαση στον γιατρό

Με βάση τις απαντήσεις των ασθενών σχετικά με το κατά πόσο αντιμετώπισαν εμπόδια όσον αφορά την πρόσβαση τους στο γιατρό τους για θέματα που σχετίζονται με τον καρκίνο του μαστού εν μέσω COVID-19, προκύπτουν τα εξής αποτελέσματα:

- 7 στις 10 από τις ερωτώμενες που δεν βρίσκονται σε θεραπεία, ανέφεραν ότι δεν υπήρξαν εμπόδια στις επισκέψεις τους στον γιατρό τους.
- 9 στις 10 από όσες βρίσκονται σε θεραπεία ανέφεραν ότι δεν υπήρξαν εμπόδια στις επισκέψεις τους στον γιατρό τους.
- 5 στις 10 από όσες ανέφεραν εμπόδια δήλωσαν ότι τα εμπόδια αυτά αφορούσαν τους προσωπικούς τους φόβους λόγω του κορωνοϊού.
- 3 στις 10 από όσες ανέφεραν εμπόδια, κατά πλειοψηφία με τόπο διαμονής εκτός Αττικής, ανέφεραν ως εμπόδιο τη δυσκολία πρόσβασης λόγω κορωνοϊού. Άλλα εμπόδια που αναφέρθηκαν ήταν η λίστα αναμονής λόγω του κορωνοϊού (23%) και οικονομικοί λόγοι, ενώ αξίζει να αναφερθεί πως το 32% αντιμετώπισε το εμπόδιο της έλλειψης διαθεσιμότητας από πλευράς του γιατρού.


Καθυστερήσεις σε θεραπεία – χειρουργεία για 13% των ασθενών

Με βάση τις απαντήσεις των ασθενών σχετικά με το κατά πόσο αντιμετώπισαν καθυστερήσεις στα χειρουργεία ή στις θεραπείες τους, προκύπτει πως το 13% των ασθενών που βρίσκονταν σε θεραπεία αντιμετώπισε κάποια καθυστέρηση στο χειρουργείο ή στη θεραπεία του.

Από το σύνολο των ασθενών με καρκίνο του μαστού που αντιμετώπισαν είτε καθυστέρηση σε χειρουργείο και θεραπεία, είτε εμπόδια στην πρόσβαση στο γιατρό οι μισές ασθενείς αντιμετώπισαν και επιπλέον εμπόδια στη διενέργεια του τακτικού επανελέγχου τους.

Τα πιο συχνά εμπόδια αφορούσαν τον προσωπικό φόβο, τη δυσκολία πρόσβασης (λόγω απόστασης), την αυξημένη λίστα αναμονής/μη διαθεσιμότητα του γιατρού λόγω COVID-19.

Συναισθηματική επιβάρυνση

Οι μισές περίπου ερωτώμενες δήλωσαν πως η διάθεσή τους επηρεάστηκε πάρα πολύ ή πολύ λόγω της πανδημίας. Είναι σημαντικό ότι το 41% του δείγματος απάντησε πως η εξέλιξη της πανδημίας θα επηρεάσει την ψυχική υγεία του και το 29% ότι θα επηρεάσει τη σωματική του υγεία.

Το κυριότερο συναίσθημα που αναφέρθηκε ήταν η ανησυχία, την οποία αισθάνονται σε μεγαλύτερο βαθμό οι μεγαλύτερες ηλικίες (35% για το σύνολο των ασθενών, 50% για τις ηλικίες 61-80 ετών). Ακολούθησαν το άγχος (16%), ο εκνευρισμός (12%), ο φόβος (10%) και η θλίψη (7% για το σύνολο των γυναικών, 14% για τις γυναίκες 18-40 ετών).
Συμπεράσματα

Με βάση τα παραπάνω αποτελέσματα μπορούμε να σκιαγραφήσουμε την κατάσταση που βίωσαν οι ασθενείς με καρκίνο μαστού κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19 στη χώρα μας.

Φαίνεται ότι συνολικά οι ασθενείς που είχαν ήδη διαγνωστεί με καρκίνο του μαστού και χρειάζονταν να ξεκινήσουν τη θεραπεία τους δεν είχαν ιδιαίτερες καθυστερήσεις σε αυτές.

Καθυστερήσεις ή δυσκολία πρόσβασης στον γιατρό αντιμετώπισαν κυρίως ασθενείς από την περιφέρεια οι οποίες δεν είχαν τη δυνατότητα να προσεγγίσουν το νοσοκομείο, λόγω μεγάλης απόστασης, έλλειψης μεταφορικού μέσου ή έλλειψη μέσων συγκοινωνίας εξαιτίας της πανδημίας.

Κύριος ανασταλτικός παράγοντας για την επίσκεψη στον γιατρό αποτέλεσε ο προσωπικός φόβος των ασθενών για συνδιαλλαγή με δομές υγείας λόγω της πανδημίας. Άλλα εμπόδια υπήρξαν επίσης η αυξημένη λίστα αναμονής και η έλλειψη διαθεσιμότητας του γιατρού λόγω COVID-19.

Παράλληλα, οι μισές ασθενείς που είχαν ήδη αντιμετωπίσει δυσκολία ή καθυστέρηση σε πρόσβαση σε ιατρικές υπηρεσίες, αντιμετώπισαν επιπλέον καθυστέρηση και στον τακτικό τους επανέλεγχο.

Τέλος, σημαντική διαπίστωση είναι πως υπάρχει επίδραση της πανδημίας στη διάθεση των ασθενών με καρκίνο μαστού, με κυρίαρχα συναισθήματα την ανησυχία και το άγχος, ενώ προσωπική τους πρόβλεψη είναι πως η πανδημία θα επηρεάσει σε σημαντικό βαθμό την ψυχική τους υγεία και στο μέλλον.

Το γεγονός αυτό αναδεικνύει τη σημασία των δομών ψυχοκοινωνικής υποστήριξης στη δεδομένη χρονική περίοδο, οι οποίες είναι ούτως ή άλλως απαραίτητες για τις ασθενείς με καρκίνο μαστού.